Παρέμβαση του Λ. Μαλούτα στην ΚΕΔΕ για το θέμα της Κοινωνικής Οικονομίας

ΛΑΖΑΡΟΣ  ΜΑΛΟΥΤΑΣ                                                                                                                   Κοζάνη  4 – 5 – 2015

ΔΗΜΟΤΙΚΟΣ  ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΟΖΑΝΗΣ

ΜΕΛΟΣ  ΔΣ  ΚΕΔΕ

                                                                             Κύριο     Γιώργο Πατούλη

                                                      Πρόεδρο Δ.Σ. ΚΕΔΕ

                            Κοινοποίηση   

Παναγιώτη Βασιλείου

                                                                                 Γ. Γ.  ΚΕΔΕ   

Κύριε Πρόεδρε,

Σε πρόσφατη συνεδρίαση του Δ.Σ της ΚΕΔΕ στο τέλος Μαρτίου, και με αφορμή την αναφορά σε εισήγηση του νομικού συμβούλου της ΚΕΔΕ, κ. Πάνου Ζυγούρη, στην 2007/2014 απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου (επισυνάπτεται), έθεσα το θέμα της Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας και των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η υιοθέτηση αυτού του χρήσιμου εργαλείου από την Αυτοδιοίκηση και η συνεργασία της με ΚΟΙΝΣΕΠ.

Σύμφωνα λοιπόν με την προαναφερθείσα απόφαση του Ε.Σ:                                                                                     «Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, το Τμήμα μείζονος – επταμελούς σύνθεσης άγεται στην κρίση ότι η ελεγχόμενη σύμβαση δεν συνιστά γνήσια προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 38520/2010, παρά τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον αιτούντα Δήμο, δεδομένου ότι συνάπτεται μεταξύ δύο μερών που δεν εκκινούν από κοινή αφετηρία για την επίτευξη δημόσιου σκοπού, αλλά επιδιώκουν, ο μεν Δήμος την επίτευξη της εύρυθμης λειτουργίας των παιδικών και βρεφoνηπιακών σταθμών προς εκπλήρωση της αποστολής που έχει αναλάβει, δυνάμει του άρθρου 75 του Κ.Δ.Κ., η δε αντισυμβαλλόμενη ιδιωτικού δικαίου Κοιν.Σ.Επ. το αντάλλαγμα για την παροχή της υπηρεσίας λειτουργίας αυτών. Περαιτέρω, για την επίτευξη του σκοπού της σύμβασης προβλέπεται μονομερής περιουσιακή μετακίνηση από το Δήμο στην επιχείρηση με τη μορφή του ανταλλάγματος έναντι των παρεχόμενων μέσω της σύμβασης υπηρεσιών, ενώ ο επιδιωκόμενος από τα αντισυμβαλλόμενα μέρη σκοπός επιτυγχάνεται αποκλειστικά μέσω της σύμβασης αυτής, χωρίς να απαιτείται η περαιτέρω σύναψη εκτελεστικών συμβάσεων. Επομένως, στη συγκεκριμένη περίπτωση η σύμβαση συνάπτεται από επαχθή αιτία μεταξύ μίας αναθέτουσας αρχής, κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης και ενός ιδιώτη και έχει ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών λειτουργίας των παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών, έναντι αντιπαροχής ύψους 673.406.55 ευρώ, που αποτελεί και το αποκλειστικό οικονομικό αντικείμενο της συμφωνίας, χωρίς ο επαχθής χαρακτήρας αυτής να αναιρείται από την παραδοχή ότι στο συμφωνηθέν ποσό δεν περιλαμβάνεται ευθέως κάποιο ποσό ως κέρδος της αντισυμβαλλόμενης επιχείρησης, αφού η ύπαρξή του δεν αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τον χαρακτηρισμό μιας σύμβασης ως επαχθούς αιτίας. Άλλωστε, το ότι ο νόμος εντάσσει τις  Κοιν.Σ.Επ. στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας, δεδομένου ότι δεν έχουν ως πρωταρχικό σκοπό το κέρδος, δεν σημαίνει ότι τις εξαιρεί, ούτε και θα μπορούσε άλλωστε, από τους ευρωπαϊκούς κανόνες περί ανταγωνισμού και κρατικών ενισχύσεων, δοθέντος ότι κατά την Οδηγία 2004/18 αρκεί ο οικονομικός φορέας να ασκεί οποιαδήποτε οικονομική δραστηριότητα. Κατά συνέπεια, ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση ότι η επίδικη σύμβαση συνιστά κατά την έννοια της Οδηγίας 2004/18  σύμβαση παροχής υπηρεσιών λειτουργίας των παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών του Δήμου, και συνεπώς, έπρεπε, κατά τη ρητή πρόβλεψη του άρθρου 209 του Κ.Δ.Κ., για την επιλογή του παρέχοντος τις υπηρεσίες αυτές να προηγηθεί διαγωνιστική διαδικασία, ώστε να διασφαλιστεί η ανάπτυξη ανταγωνισμού μεταξύ όλων των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτό στην ελεύθερη αγορά, συμπεριλαμβανομένων και των Κοιν. Σ.Επ.» 

Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να θυμίσω ότι για ανάλογα θέματα, προγραμματικών συμβάσεων Δήμων με ΚοινΣΕπ είχε επιληφθεί προ μηνών και ο κ. Λέανδρος Ρακιντζής Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, προκαλώντας διάφορα δημοσιεύματα περί «παράνομων χρηματοδοτήσεων από Δήμους».

Ταυτόχρονα σύμφωνα με τις προβλέψεις του Ν. 4019/2011 «Κοινωνική Οικονομία και Κοινωνική Επιχειρηματικότητα και λοιπές διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 216) θεσπίζεται ως φορέας της Κοινωνικής Οικονομίας η Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ.), που διαθέτει εμπορική ιδιότητα και μπορεί να είναι είτε Ένταξης, όταν οι σκοποί της αφορούν στην ένταξη, στην οικονομική και κοινωνική ζωή ατόμων που ανήκουν στις Ευάλωτες Ομάδες Πληθυσμού, είτε Κοινωνικής Φροντίδας, όταν οι σκοποί της αφορούν στην παραγωγή και παροχή προϊόντων και υπηρεσιών κοινωνικού – προνοιακού χαρακτήρα σε συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού, όπως οι ηλικιωμένοι, τα βρέφη, τα παιδιά, τα άτομα με αναπηρία και τα άτομα με χρόνιες παθήσεις, είτε Συλλογικού και Παραγωγικού Σκοπού, όταν οι σκοποί της αφορούν στην παραγωγή προϊόντων και παροχή υπηρεσιών για την ικανοποίηση αναγκών της συλλογικότητας (άρθρο 2). Τα μέλη της Κοιν.Σ.Επ.  μπορεί  να είναι και εργαζόμενοι της, οι οποίοι αμείβονται για την παρεχόμενη εργασία και έχουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την εργατική νομοθεσία, ενώ τα κέρδη της δεν διανέμονται στα μέλη της, εκτός αν τα μέλη αυτά είναι και εργαζόμενοι σε αυτή (άρθρο 7). Τέλος, οι Κοιν.Σ.Επ. «ως συμβαλλόμενοι μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με αντισυμβαλλόμενους το Δημόσιο ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και τους Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού, για την υλοποίηση δράσεων που αναφέρονται στους καταστατικούς σκοπούς των αντισυμβαλλομένων, τηρουμένων, κατά τα λοιπά, των αναφερομένων στο άρθρο 100 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87)».

Εάν λοιπόν πάρουμε υπ´ όψιν μας:

  • τις διατάξεις του Ν. 4919/2011
  • την 2007/2014 απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου
  • την ευρεία διάδοση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας στις χώρες της ΕΕ ( σε μερικές η συνεισφορά της στο ΑΕΠ αγγίζει το 25% )
  • το γεγονός ότι η αυτοδιοίκηση τα τελευταία χρόνια είναι ο αποκλειστικός πάροχος κοινωνικών υπηρεσιών στους πολίτες, και μοναδικός λειτουργός κοινωνικών υποδομών και εγκαταστάσεων
  • την ανάγκη να λειτουργήσουν άμεσα κοινωνικές δομές που ολοκληρώνονται με χρηματοδότηση του ΕΣΠΑ
  • το ασφυκτικό πλαίσιο, χρηματοδοτικό και απαγόρευσης προσλήψεων, μέσα στο οποίο λειτουργεί τα τελευταία χρόνια η αυτοδιοίκηση

Αντιλαμβανόμαστε ότι οι Δήμοι στην Ελλάδα ΑΔΥΝΑΤΟΥΝ να υιοθετήσουν και εφαρμόσουν το μοντέλο της κοινωνικής οικονομίας και επιχειρηματικότητας για τους λόγους που προαναφέρθηκαν.

ΕΠΕΙΓΕΙ λοιπόν η άμεση ανάδειξη του προβλήματος  που χρήζει κατά τη γνώμη μου νομοθετικής αντιμετώπισης, ώστε και άμεσα ζητήματα κοινωνικά και αναπτυξιακά να αντιμετωπιστούν ταυτόχρονα όμως να εξαλείψουμε έναν παράγοντα περαιτέρω απόκλισης της πατρίδας μας από το Ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Με τιμή

ΛΑΖΑΡΟΣ ΜΑΛΟΥΤΑΣ